Σημαντική αλλαγή στο τέλος ΑΠΕ που πληρώνουμε στους λογαριασμούς ΑΗΚ ετοιμάζει το υπουργείο Ενέργειας, με κύριο στοιχείο το ότι τερματίζεται η σταθερότητα του τέλους που πληρώνουμε και μετά την έγκριση της αλλαγής των Κανονισμών, το τέλος ΑΠΕ θα καθορίζεται με βάση τις ετήσιες ανάγκες του Ταμείου ΑΠΕ.
Το τέλος ΑΠΕ, που πληρώνουν με νόμο που ψηφίστηκε το 2003, όλοι οι καταναλωτές μέσω των λογαριασμών ΑΗΚ, επιβάλλεται (από το 2005) με σταθερή επιβάρυνση ανά κιλοβατώρα που καταναλώνουμε.
Με τα χρήματα που συγκεντρώνονται στο ειδικό ταμείο, πληρώνονται κυρίως προς τους παραγωγούς ΑΠΕ οι διαφορές μεταξύ της συμφωνημένης τιμής αγοράς του ηλεκτρισμού που παράγουν, σε σχέση με την τιμή αγοράς από την ΑΗΚ, κι επίσης, χρηματοδοτούνται τα κατά καιρούς σχέδια της Κυβέρνησης, φωτοβολταϊκά στα σπίτια, μονώσεις κ.τ.λ.
Το τέλος ΑΠΕ ξεκίνησε από μερικά εκατοστά του σεντ και αυξήθηκε αρχικά στα 0,25 σεντ, μετά στα 0,50 σεντ για να φτάσει από το 2016 και μετά στο ένα σεντ ανά κιλοβατώρα, για να καλύψει το έλλειμμα που είχε δημιουργηθεί λόγω χαμηλών τιμών ηλεκτρισμού. Αργότερα, επειδή αυξήθηκαν οι τιμές ηλεκτρισμού, δημιουργήθηκε πλεόνασμα στο ταμείο, που δόθηκε σε κίνητρα για ΑΠΕ. Από το τέλος αυτό, από τη δημιουργία του μέχρι τώρα, το ταμείο άντλησε από τους καταναλωτές περισσότερα από €200 εκατομμύρια.
Μέχρι τώρα, το τέλος προτεινόταν από το Ταμείο ΑΠΕ και τίθετο σε ισχύ μετά από έγκριση της Βουλής. Στα 15 χρόνια που ισχύει το τέλος ΑΠΕ άλλαξε τρεις φορές. Η αλλαγή από 0,5 σεντ ανά κιλοβατώρα στο ένα σεντ ανά κιλοβατώρα, έγινε λόγω του σοβαρού ελλείμματος που παρουσίασε το ταμείο, όταν η ΑΗΚ παρήγαγε φθηνότερο ηλεκτρισμό, οπότε το ταμείο έπρεπε να συμπληρώνει μεγαλύτερα ποσά για να καλύψει τη συμφωνημένη τιμή πώλησης ηλεκτρισμού από αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα.
Το σκεπτικό των νέων Κανονισμών, που έθεσε από χθες σε δημόσια διαβούλευση το υπουργείο Ενέργειας, προβλέπει αλλαγή στον τρόπο καθορισμού του εν λόγω τέλους, με τρόπο που να μειώνονται αισθητά τα προβλήματα ελλειμάτων – πλεονασμάτων.
Συγκεκριμένα, οι κιλοβατώρες που προβλέπεται να καταναλωθούν για το έτος, θα διαιρούνται με το ποσό που θα έχει ανάγκη το ταμείο με βάση τον προϋπολογισμό του και έτσι θα προκύπτει η επιβάρυνση ανά κιλοβατώρα. Από τον αριθμό αυτό θα αφαιρείται το 5% και έτσι θα καθορίζεται το τέλος ΑΠΕ, αφού συμφωνείται κάθε φορά και με τη Βουλή.
Με βάση τα υφιστάμενα δεδομένα, για τον επόμενο χρόνο, με βάση τον αρχικό προϋπολογισμό του ταμείου ΑΠΕ και την πρόβλεψη ΡΑΕΚ για την κατανάλωση ενέργειας, το τέλος ΑΠΕ δεν θα αλλάξει σημαντικά, θα παραμείνει δηλαδή κοντά στο ένα σεντ ανά κιλοβατώρα.
(του Πέτρου Θεοχαρίδη, Φιλελεύθερος)