Στην υπεραξία που κρύβει η ανεκμετάλλευτη ελληνική αγορά ενέργειας, δηλαδή τις ευκαιρίες που δημιουργούν η ηλεκτροκίνηση, η απανθρακοποίηση, οι μεγάλες αποκρατικοποιήσεις στα δίκτυα και οι υποβρύχιες διασυνδέσεις, μαζί με τη μείωση της γραφειοκρατίας στις πράσινες επενδύσεις, ποντάρει η κυβέρνηση για να προσελκύσει μεγάλους επενδυτές από την Ευρώπη και την Κίνα.
Τα ραντεβού Γερμανών, Ιταλών, Κινέζων και άλλων μάνατζερ τόσο με τον Κ. Μητσοτάκη όσο και με αρμόδιους υπουργούς πληθαίνουν, τα αιτήματα για συνεργασίες είναι ακόμη περισσότερα και διάχυτη είναι η αίσθηση ότι το 2020 θα σηματοδοτήσει την έλευση ξένων επενδυτών στα ενεργειακά μας πράγματα, ανακατεύοντας την τράπουλα.
Το αν η προσδοκία επαληθευτεί ή επαναληφθεί ό,τι συνέβη και στο παρελθόν, όπου η μόνη έμπρακτη ψήφος εμπιστοσύνης στην ελληνική αγορά ενέργειας έφερε κινεζική σφραγίδα, μένει να φανεί. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η συγκυρία για ξένες αφίξεις είναι πιο ευνοϊκή παρά ποτέ, όχι μόνο επειδή ανακάμπτει η οικονομία όσο κυρίως επειδή στο όνομα της απολιγνιτοποίησης πρόκειται να συντελεστεί την επόμενη δεκαετία μια επενδυτική κοσμογονία, ύψους γύρω στα 20 δισ. ευρώ.
Η θωράκιση του ενεργειακού συστήματος μαζί με τη στροφή στην πράσινη ενέργεια, η ανάπτυξη της ηλεκτροκίνησης, η άφιξη των έξυπνων μετρητών, προϋποθέτουν νέες επενδύσεις στην αποθήκευση, καινούργια υπερσύγχρονα δίκτυα και ταχύτατες διασυνδέσεις όλων σχεδόν των ελληνικών νησιών, προκειμένου να αξιοποιηθεί το πλούσιο αιολικό και ηλιακό δυναμικό τους και αυτά με τη σειρά τους προϋποθέτουν τεράστια κεφάλαια που οι κρατικές εταιρείες ΔΕΔΔΗΕ και ΑΔΜΗΕ δεν διαθέτουν. Το ίδιο ισχύει για τις επενδύσεις στις ισχνές διεθνείς διασυνδέσεις της χώρας με Αλβανία, Βουλγαρία, Β. Μακεδονία, Ιταλία που απαιτούν μεγάλα κονδύλια, απαραίτητα όχι μόνο για να διοχετεύεται μέρος της παραγόμενης ενέργειας από ΑΠΕ, αλλά κυρίως για να βελτιωθεί το έλλειμμα ανταγωνισμού της ελληνικής αγοράς και να πάψουν οι τιμές να διαμορφώνονται από ένα κλειστό εθνικό σύστημα.
Ποιες κρυμμένες υπεραξίες βλέπουν οι ξένοι στην Ενέργεια
Τα πάνω κάτω στην ενεργειακή αγορά, αλλά και ευρύτερα στην οικονομία αναμένεται να φέρουν οι ευκαιρίες που δημιουργούν η απόφαση της κυβέρνησης για αύξηση έως και 230% στην εγκατεστημένη ισχύ από ΑΠΕ το 2030, οι ανάγκες για εκσυγχρονισμό των δικτύων του ΔΕΔΔΗΕ και επενδύσεις σε νέα, η αναβάθμιση των διεθνών διασυνδέσεων της χώρας, οι προκλήσεις της ηλεκτροκίνησης και φυσικά η δέσμευση για απολιγνιτοποίηση της ΔΕΗ και μετάβαση ολόκληρων περιοχών, όπως η Δυτική Μακεδονία, στην επόμενη μέρα.
Τις ευκαιρίες αυτές βλέπουν, για παράδειγμα, οι Ιταλοί της TERNA, ενός από τους μεγαλύτερους διαχειριστές δικτύων στην Ευρώπη, που συναντήθηκαν πρόσφατα με τον Κ. Μητσοτάκη μεταφέροντας το ενδιαφέρον τους για την ηλεκτροκίνηση, για είσοδο στο μετοχικό κεφάλαιο του ΑΔΜΗΕ, όπως επίσης και της θυγατρικής του «Αριάδνης», που θα κατασκευάσει το υποβρύχιο καλώδιο Αττική-Κρήτη, ύψους 1 δισ. ευρώ.
Τις ευκαιρίες που διανοίγονται σε έναν συγγενικό με τους παραπάνω τομείς, αυτόν της απολιγνιτοποίησης της ΔΕΗ, δηλαδή της αξιοποίησης των τεράστιων εκτάσεων ορυχείων και μονάδων σε Πτολεμαΐδα και Αμύνταιο, βλέπει και η γερμανική RWE, όπως προκύπτει από το ενδιαφέρον που είχε μεταφέρει τον Οκτώβριο στον πρωθυπουργό ο επικεφαλής της Ρολφ Μάρτιν Σμιτς.
Την πολυπληθέστερη παρουσία σε αυτό το επενδυτικό προσκλητήριο στην ενέργεια έχουν φυσικά οι Κινέζοι, με προτάσεις συνεργασίας για τα πάντα, από οπτικές ίνες, έξυπνους μετρητές, φωτοβολταϊκά και αιολικά, έως εργοστάσια καύσης απορριμμάτων για παραγωγή ηλεκτρισμού και με αιχμή τις ενεργειακές αποκρατικοποιήσεις.
Εδώ η είδηση θα ήταν τι… δεν ενδιαφέρει τους Κινέζους, όπως λέει χαρακτηριστικά στον «Φ» Έλληνας μάνατζερ με συμμετοχή στις πρόσφατες επαφές, με πιο σημαντικό πάντως αίτημα αυτό που υπέβαλε τη Δευτέρα στον Κ. Χατζηδάκη ο Kou Wei, επικεφαλής του κινεζικού κολοσσού της κρατικής εταιρείας δικτύων State Grid Corp of China, για απόκτηση περαιτέρω ποσοστού στον ΑΔΜΗΕ (κατέχει ήδη το 24%), και αγορά έως 20% στη θυγατρική του εταιρεία «Αριάδνη».
Η μητέρα των μαχών για τον ΔΕΔΔΗΕ
Εκεί ωστόσο που αναμένεται να διεξαχθεί η μητέρα των μαχών είναι στα δίκτυα των 239.000 χλμ του ΔΕΔΔΗΕ, πάγια των οποίων η λογιστική αξία υπολογίζεται γύρω στα 3,5 δισ. ευρώ.
Γερμανοί, Γάλλοι, Ιταλοί και φυσικά Κινέζοι βλέπουν τις τεράστιες ευκαιρίες που προσφέρει η εταιρεία, καθώς διαχειρίζεται ένα πεπαλαιωμένο δίκτυο που χρήζει εκσυγχρονισμού και κυρίως κρύβει έναν θησαυρό, αφού πάνω στα 239.000 χλμ μπορούν να κουμπώσουν οπτικές ίνες.
Τις ευκαιρίες αυτές που προσφέρουν τα δεκάδων χιλιομέτρων δίκτυα διανομής, είτε μισθώνοντας γραμμές υπερυψηλών ταχυτήτων σε τηλεπικοινωνιακούς παρόχους είτε τοποθετώντας πομποδέκτες στις κολόνες σε συνεργασία με ξένους παίκτες, θέλει να εκμεταλλευτεί και ο ΔΕΔΔΗΕ, που έδωσε το «παρών» του στον προ ημερών διαγωνισμό για ένα από τα μεγαλύτερα μέχρι σήμερα ΣΔΙΤ, αυτό της ανάπτυξης ευρυζωνικών γραμμών, ύψους 870 εκατ. ευρώ στις λεγόμενες «λευκές περιοχές». Σε εκείνες δηλαδή που δεν έχουν ακόμη εντάξει στα επενδυτικά τους σχέδια οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι.
Σαν ιδιοκτήτης ακόμη των γραμμών του ΔΕΔΔΗΕ, η ΔΕΗ γνωρίζει ότι έχει στα χέρια της έναν αναξιοποίητο θησαυρό χιλιάδων χιλιομέτρων, που αποτελεί την καλύτερη προίκα, εν όψει αποκρατικοποίησης της θυγατρικής της και ο οποίος προσφέρει εναλλακτικές οδεύσεις, διασχίζει όλη τη χώρα, ενώ πάνω του μπορούν να «κουμπώσουν» οπτικές ίνες, και μια μεγάλη γκάμα υπηρεσιών τηλεφωνίας και ίντερνετ.
Τις κρυμμένες αυτές υπεραξίες έχει δει προφανώς και η γερμανική EON, που κατά την επίσκεψη Μητσοτάκη στο Βερολίνο, στα τέλη Αυγούστου, λέγεται ότι του εξέφρασε το ενδιαφέρον της για το ελληνικό δίκτυο διανομής. Σημειωτέον ότι η γερμανική εταιρεία επεκτείνεται συνεχώς στον τομέα αυτό και τον Σεπτέμβριο εγκρίθηκε από την Κομισιόν η ενοποίηση του δικτύου της με εκείνο της Innogy, θυγατρικής τής επίσης γερμανικής RWE. Στην ίδια λογική, ενδιαφέρον για τον ΔΕΔΔΗΕ θεωρείται πολύ πιθανό να εκδηλώσει και η ιταλική Enel, ένας από τους μεγαλύτερους ευρωπαϊκούς παίκτες στα δίκτυα, με 32 εκατομμύρια πελάτες, όπως επίσης η Enedis, θυγατρική της γαλλικής EDF.
Εν κατακλείδι, Ευρωπαίοι και Κινέζοι βλέπουν στο ελληνικό δίκτυο διανομής μια συμφέρουσα επένδυση με μακροπρόθεσμα, αλλά και πιο άμεσα projects, όπως αυτό για την αντικατάσταση της συντριπτικής πλειονότητας του σημερινού αριθμού των 7,5 εκατομμυρίων παλαιών μετρητών με «έξυπνους», ύψους γύρω στα 1,5 δισ. ευρώ.
Βλέπουν στη θυγατρική της ΔΕΗ μια σίγουρη επένδυση σε έναν κόσμο αρνητικών επιτοκίων, με διασφαλισμένη απόδοση γύρω στο 7% και χαμηλό βαθμό ρίσκου, καθώς τα κεφάλαια που απαιτούνται για νέα δίκτυα και εκσυγχρονισμό των παλαιών ανακτώνται μέσα από τις ρυθμιζόμενες από τη ΡΑΕ ταρίφες, οι οποίες επιμερίζονται στα τιμολόγια που πληρώνουμε οι τελικοί καταναλωτές ως τέλος διανομής δικτύου.
Και φυσικά αντιμετωπίζουν την εταιρεία ως μια μελλοντική βάση για επέκταση στις γειτονικές χώρες της ΝΑ Ευρώπης, (όπως ακριβώς συμβαίνει και στην περίπτωση του ΑΔΜΗΕ), όπου οι ανάγκες για επενδύσεις σε δίκτυα και υποδομές είναι μεγαλύτερες απ’ ό,τι στην Ελλάδα.
Εννοείται ότι εκτός των Ευρωπαίων, ενδιαφέρον για τον ΔΕΔΔΗΕ έχουν εκφράσει και κινεζικές εταιρείες, με τις οποίες συναντήθηκε πρόσφατα στη Σαγκάη ο μάνατζερ της ΔΕΗ Γ. Στάσσης, όπως η CHINT που εξειδικεύεται στους έξυπνους μετρητές, η ΖΤΕ που φλερτάρει με την εγκατάσταση οπτικών ινών στο ελληνικό δίκτυο και η China Three Gorges (κατέχει μερίδιο στην πορτογαλική EDP Renovaveis). Εδώ το ενδιαφέρον σχετίζεται και με την ηλεκτροκίνηση, της οποίας η ανάπτυξη εξαρτάται άμεσα από την αναβάθμιση του δικτύου διανομής και όπου οι κινεζικές επιχειρήσεις είναι leaders διεθνώς. Χαρακτηριστικό είναι ότι και τα 16.000 λεωφορεία της πόλης Σενζέν είναι όλα ηλεκτροκίνητα.
Το τεράστιο project «απολιγνιτοποίηση»
Τα παραπάνω είναι η μία όψη του νομίσματος αναφορικά με τις επενδύσεις στην ενέργεια, η άλλη σχετίζεται με την απολιγνιτοποίηση της ΔΕΗ. Επισήμως ενδιαφέρον έχει εκφραστεί -και μάλιστα στον Κ. Μητσοτάκη- από τον Ρ. Μ. Σμιτς, επικεφαλής της γερμανικής RWE, έναν από τους πιο «βρόμικους» κάποτε ενεργειακούς ομίλους στην Ευρώπη, που τα τελευταία χρόνια κάνει στροφή 180 μοιρών στην πράσινη ενέργεια. Στη συνάντηση που είχαν τον Οκτώβριο, ο Γερμανός μάνατζερ μετέφερε στον πρωθυπουργό την πρόθεση της RWE, όχι μόνο για πράσινες επενδύσεις στην Ελλάδα, αλλά και για παροχή της τεχνογνωσίας που διαθέτει η γερμανική εταιρεία σε ζητήματα απανθρακοποίησης μέσα από καθαρές τεχνολογίες.
Το γερμανικό ενδιαφέρον σχετίζεται άμεσα με τις εξαγγελίες του Έλληνα πρωθυπουργού για σβήσιμο όλων των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ έως το 2028, ενώ αποτελεί στην ουσία συνέχεια της συνάντησης Μητσοτάκη- Μέρκελ τον περασμένο Αύγουστο στο Βερολίνο. Τότε είχε τεθεί για πρώτη φορά στο τραπέζι η λεγόμενη «πράσινη ατζέντα» και οι επενδύσεις φιλικές προς το περιβάλλον, με τους δύο μάλιστα ηγέτες να προαναγγέλλουν διεξαγωγή κοινού επενδυτικού φόρουμ μεταξύ ελληνικών και γερμανικών εταιρειών, που έχουν εμπειρία στο αντικείμενο.
Το know how των Γερμανών είναι πολύ μεγάλο. Τα πρώτα βήματα προκειμένου ένας από τους πλέον ρυπογόνους κάποτε ευρωπαϊκούς ενεργειακούς ομίλους, να αποκτήσει ουδέτερο αποτύπωμα άνθρακα, ξεκίνησαν το 2012. Στο διάστημα 2012- 2018 η RWE μείωσε τις εκπομπές CO2 κατά 60 εκατομμύρια τόνους, δηλαδή κατά 30%. Η ποσότητα ισοδυναμεί με το διοξείδιο του άνθρακα που εκπέμπεται από 30 εκατομμύρια αυτοκίνητα ετησίως. Στόχος τώρα της εταιρείας, όπως ανακοίνωσε στις αρχές Οκτωβρίου ο μάνατζερ Ρ. Μάρτιν Σμιτς είναι να έχει απεξαρτηθεί πλήρως από τα ορυκτά καύσιμα μέχρι το 2040.
Τώρα το ενδιαφέρον της RWE για την Ελλάδα αφορά, μεταξύ άλλων, το project «Πτολεμαΐδα 5». Τα μέχρι σήμερα δεδομένα δείχνουν ότι η νέα μονάδα θα ξεκινήσει το 2022 με καύσιμο τον λιγνίτη, όμως από εκεί και πέρα εξετάζονται διάφορα σενάρια για αντικατάσταση του αποκαλούμενου και «εθνικού μας καυσίμου» με βιομάζα, φυσικό αέριο, βιοαέριο ή φωτοβολταϊκά, χωρίς να αποκλείεται συνδυασμός των παραπάνω.
Η παραγωγή ενέργειας από καύση απορριμμάτων
Ένα σενάριο για την Πτολεμαΐδα θα μπορούσε να είναι και το δανέζικο μοντέλο της παραγωγής ενέργειας από καύση απορριμμάτων, με τεχνολογίες που εξασφαλίζουν σχεδόν μηδενικούς ρύπους, μέσα από υποδομές που θα μπορούσαν να εγκατασταθούν σε χώρους λιγνιτικών σταθμών οι οποίοι πρόκειται να κλείσουν.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, η ΔΕΗ εξετάζει σοβαρά το παράδειγμα της Δανίας, ώστε μέσα από joint ventures να αξιοποιήσει από κοινού με partners το προϊόν που παράγουν τα ΣΔΙΤ διαχείρισης απορριμμάτων, εργοστάσια που σήμερα η Ελλάδα διαθέτει μόνο τρία, ωστόσο τα επόμενα χρόνια πρόκειται να πολλαπλασιαστούν. Καταλύτης φυσικά για τέτοιες επενδύσεις είναι αφενός η αποδοχή τους από τις τοπικές κοινωνίες, π.χ. λιγνιτικών περιοχών της Δ. Μακεδονίας, αφετέρου η τιμή της παραγόμενης ενέργειας, όπως έχει δείξει και η εμπειρία χωρών που πρωταγωνιστούν στο συγκεκριμένο αντικείμενο, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη Δανία.
Το πιο πρόσφατο έμπρακτο παράδειγμα του δανέζικου μοντέλου λέγεται «Copenhill», που είναι το πιο σύγχρονο ίσως εργοστάσιο καύσης απορριμμάτων στον κόσμο (Waste-to-energy – WtE) και εγκαινιάστηκε στις αρχές Οκτωβρίου στην καρδιά της Κοπεγχάγης. Συνδυάζει ένα εργοστάσιο καύσης απορριμμάτων που παράγει ενέργεια, με ένα τεχνητό βουνό που έχει βλάστηση, πίστα για σκι, πεδίο αναρρίχησης, χώρους αναψυχής και εν ολίγοις λειτουργεί ως τουριστικός προορισμός στην Κοπεγχάγη. Ετησίως είναι σε θέση να διαχειρίζεται απορρίμματα περίπου 550.000 κατοίκων και 45.000 επιχειρήσεων, ενώ παράγει ρεύμα και θέρμανση για 150.000 νοικοκυριά.
Είναι αρκετοί παγκοσμίως που δεν συμφωνούν με την καύση απορριμμάτων, καθώς αντίκειται στις αρχές της κυκλικής οικονομίας, δηλαδή της ανακύκλωσης. Αφενός όμως αυτή κοστίζει φθηνότερα από την παραγωγή λιγνίτη, αφετέρου μια σύγχρονη κοινωνία δεν μπορεί να εξαφανίσει τα απορρίμματά της. Μεταξύ τους θα υπάρχουν πάντα αρκετά υπολείμματα τα οποία δεν έχει νόημα να ανακυκλωθούν, καθώς η διαδικασία είναι εξαιρετικά ακριβή και μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμο.
Και οι πομποδέκτες πάνω στις κολόνες
Τα παραπάνω σηματοδοτούν ότι το μεγάλο παιχνίδι στην ενέργεια μόλις τώρα ανοίγει, τα deals θα ξεδιπλωθούν μέσα στο 2020, πιθανότατα θα φέρουν αναδιανομή του επιχειρηματικού χάρτη, με μόνο βέβαιο τη ραγδαία ανάπτυξη που έρχεται σε έναν από τους πιο δυναμικούς και ανεκμετάλλευτους κλάδους της ελληνικής οικονομίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα των υπεραξιών που κρύβει είναι η υπόθεση με τις οπτικές ίνες.
Στην ερώτηση γιατί ο ΔΕΔΔΗΕ κατέβηκε στον πρόσφατο διαγωνισμό για το μεγάλο ΣΔΙΤ ανάπτυξης ευρυζωνικών δικτύων, ύψους 870 εκατ. ευρώ, η απάντηση είναι ότι το μήκος των 239.236 χιλιομέτρων δικτύων, του παρέχει την ευκαιρία, προφανώς από κοινού με εξειδικευμένο partner, να παίξει δυναμικό ρόλο στην αγορά ευρυζωνικών υπηρεσιών. Έχει, για παράδειγμα, τη δυνατότητα να τοποθετήσει πάνω στις κολόνες του ειδικές κεραίες, δηλαδή πομποδέκτες. Στην αντίστοιχη ερώτηση προς τον ΑΔΜΗΕ, που επίσης κατέβηκε στον ίδιο διαγωνισμό, η απάντηση είναι ότι η θυγατρική του Grid Telecom διαχειρίζεται ήδη ένα δίκτυο άνω των 2.500 χιλιομέτρων οπτικών ινών, που μέχρι πρότινος ήταν μισθωμένο σε τηλεπικοινωνιακό πάροχο, ωστόσο η σύμβαση έχει πλέον λήξει. Τώρα, και μόλις ο διαγωνισμός προχωρήσει στην επόμενη φάση, ο ΑΔΜΗΕ θα εξετάσει κατά πόσο υπάρχουν συνέργειες με άλλους παίκτες (παρόχους τηλεπικοινωνίας ή κατασκευαστές) και εφόσον το επιχειρηματικό μοντέλο είναι κερδοφόρο, τότε θα διεκδικήσει κάποιες από τις επτά διαφορετικές περιοχές πανελλαδικά. Διαφορετικά μπορεί και να νοικιάσει το δίκτυο σε κάποιον από τους ενδιαφερόμενους.
Ποιοι ξένοι «φλερτάρουν» με την ελληνική αγορά ενέργειας*
– RWE (Γερμανία) για απολιγνιτοποίηση της ΔΕΗ και επενδύσεις στις ΑΠΕ
– TERNA (Ιταλία) για ηλεκτροκίνηση, ΑΔΜΗΕ και είσοδο στην «Αριάδνη», τη θυγατρική του ΑΔΜΗΕ που θα κατασκευάσει το καλώδιο Αττική-Κρήτη
– State Grid (Κίνα) για ΑΔΜΗΕ και «Αριάδνη»
– EON (Γερμανία) για ΔΕΔΔΗΕ
– ENEL (Ιταλία) για ΔΕΔΔΗΕ
– Enedis, θυγατρική της ΕDF (Γαλλία), για ΔΕΔΔΗΕ
– ZTE (Κίνα) για οπτικές ίνες στο δίκτυο του ΔΕΔΔΗΕ
– CHINT (Κίνα) για έξυπνους μετρητές
– China Three Gorges (Κίνα) για ΔΕΔΔΗΕ και γκάμα συνεργασιών με ΔΕΗ
*Οι παραπάνω περιπτώσεις είναι απολύτως ενδεικτικές, προφανώς ενδιαφέρον για την εγχώρια αγορά ενέργειας έχουν εκδηλώσει και άλλες ξένες εταιρείες.
Ποια projects βλέπουν οι ξένοι στην ελληνική αγορά
– Το πράσινο «στόρι» για αύξηση της εγκατεστημένης ισχύος των ΑΠΕ από 6 GW σε 17-20 GW το 2030
– Τις ανάγκες για επενδύσεις από τον ΔΕΔΔΗΕ σε νέα δίκτυα και επέκταση των παλαιών
– Τις υποβρύχιες διασυνδέσεις με σχεδόν όλα τα ελληνικά νησιά από τον ΑΔΜΗΕ
– Την ανάγκη αναβάθμισης των φτωχών διεθνών διασυνδέσεων με τις γειτονικές χώρες Αλβανία, Β. Μακεδονία, Βουλγαρία
– Τις αναγκαίες επενδύσεις σε υποδομές αποθήκευσης ενέργειας
– Το εθνικό σχέδιο για την ηλεκτροκίνηση, όπου η Ελλάδα παραμένει ουραγός πανευρωπαϊκά
– Τη διαδικασία απολιγνιτοποίησης της ΔΕΗ, καθώς έως το 2028 θα πρέπει να έχουν κλείσει όλες οι μονάδες και τη μετάβαση για Δ. Μακεδονία και Μεγαλόπολη στην επόμενη μέρα
– Τη μετατροπή της λιγνιτικής μονάδας «Πτολεμαΐδα 5» σε σταθμό που θα «καίει» άλλου τύπου καύσιμο
του Γ. Φιντικάκη
*Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο 15 Νοεμβρίου 2019